Γράφει η Ελένη Κωνσταντίνου* Ο ποιητής, "πειρατής", "ποταμός" Ιάσωνας Σταυράκης δίνει φωνή σε αυτούς που θέλουν παραμείνουν αλληλέγγυοι «Ό,τι επέζησε απ’ τη φωνή μας» τιτλοφορείται η νέα ποιητική συλλογή του Ιάσωνα Σταυράκη που με «όπλο» το μελάνι δίνει φωνή στους ανθρώπους, σε όλους αυτούς που προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή τη πραγματική τους θέση , να παραμείνουν ανθρώπινοι. Έστω και αν το να είσαι άνθρωπος είναι σαν την αρρώστια της εποχής όπως γράφει ο Ιάσωνας «Βρέθηκα θετικός στην αρρώστια της εποχής. Είχα λένε άνθρωπο….» εντούτοις δεν σταματά να μας μαγεύει με τα γραφόμενα του, να μας προβληματίζει και να μας εμπνέει. Να μας θυμίζει ότι κάπου, κάποτε όλοι ήμασταν μικρά παιδιά που τρέχαμε μέσα στους αγρούς και αν σήμερα δεν τους έχουμε μπορούμε να τους φτιάξουμε ξανά. Ποιητής, πειρατής, ποταμός που μας παρασέρνει να ταξιδέψουμε και εμείς και γιατί όχι να αντισταθούμε και να παλέψουμε για νέες κατακτήσεις. «Ό,τι επέζησε απ’ τη φωνή μας» τιτλοφορείται η νέα σου ποιητική συλλογή. Τελικά τι επέζησε απ’ τη φωνή σου; Μια σειρά από αναμνήσεις που παραμένουν ζωντανές κι αρνούνται πεισματικά να εκτελέσουν εντολές. Μια ανέμελη και τρικυμιώδης παιδική ηλικία που ελίσσεται ασταμάτητα παρά τον ρεαλισμό που μας περιβάλλει και η ηχώ ενός τρανταχτού γέλιου που αποκρούει τις συνάψεις του εγκεφάλου και στέκει ακόμη ορθή σ’ ένα κόσμο που μας θέλει σκυφτούς και προδωμένους. Πέρα όμως από αυτά ο τίτλος μιλά για την συλλογική φωνή των ανθρώπων που προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή την πραγματική φύση και θέση τους. Να παραμείνουν ανθρώπινοι δηλαδή αλληλέγγυοι και δοτικοί μέσα στο στομάχι του τέρατος που μας κατασπαράσσει. Πριν λίγο καιρό είδαμε χιλιάδες ανθρώπους να βγαίνουν στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για τη διαφθορά, τη διαπλοκή, την προσπάθεια εκφασισμού της κοινωνίας. Νοιώθεις ότι η Τέχνη έχει κάποιο ρόλο να επιτελέσει στην αντίσταση κατά όλων αυτών; Μπορεί να είναι η απάντηση σε αυτούς τους δύσκολους και πονηρούς καιρούς; Η τέχνη έχει πολλαπλά είδωλα. Αλλάζει μορφές, παίρνει ρόλους, γίνεται φακός που μεγενθύνει, σπάει τα καλούπια και προχωρεί ασταμάτητα. Φυσικά και αντιστέκεται και ψάχνει πάντα διόδους προς την λευτεριά. Λυτρώνει και λυτρώνεται. Βυθίζει και βυθίζεται. Χορεύει ένα σιωπηλό βαλς ανάμεσα στις αντιθέσεις και κυρίως δεν επαναπαύεται. Τώρα αν μπορεί να είναι η απάντηση σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς για αυτό δεν μπορώ να είμαι σίγουρος. Ελπίζω όμως πως οι ανθρώποι που την υπηρετούν θα είναι οι πρώτοι που θα σφίξουν την γροθιά τους και θα κατέβουν στους δρόμους. Το κορμί θυμάται έγραφε ο Καβάφης κι επειδή ακριβώς θυμάται κάποια στιγμή θ’ ανακαλέσει και την συλλογική μνήμη. Οι άνθρωποι της τέχνης δεν έχουν καμιά διαφορά απ’ τους εργάτες κι επειδή ο πόλεμος είναι καθαρά ταξικός, αν μέσα από την τέχνη ως ωφείλουμε, μιλήσουμε για την κατάκτηση του ψωμιού, για τις κοινωνικές ανισότητες και για την ελευθερία, τοτε ναι έχουμε δώσει νόημα στον σκοπό της. Όμως για να είμαι ειλικρινής πιστεύω πως δεν πρέπει να περιορίσουμε το βεληνεκές της μονάχα σε αυτό. Ομολογώ πως κάθε μέρα ανακαλύπτω και νέες λειτουργίες της. Είναι πάντως μεγάλο μονοπάτι και κάθε βήμα του οδηγεί σε σταυροδρόμια που είτε θα σε οδηγήσουν σταδιακά στο να βρείς τον δρόμο σου, είτε να τον χάσεις παντοτινά. Πως βίωσες όλο αυτό το διάστημα με τους περιορισμούς, τον εγκλεισμό και τα άλλα συνεπακόλουθα της πανδημίας; Οντας άνθρωπος του πολιτισμού ένοιωσες και εσύ ότι το κράτος σας αντιμετωπίζει ως χομπίστες; Είναι δύσκολη περίοδος για όλους. Η λογοτεχνία όμως δίνει πολλές φορές τις απαντήσεις σε πολλά. Την μια μέρα ξυπνάς και ταυτίζεσαι με τον Μόντε Κρίστο, την άλλη ξυπνάς και είσαι ο Ροβισσώνας Κρούσος, την άλλη ο Γκιούλιβερ και τα ταξίδια δεν έχουν επιστροφή. Βρίσκεις τον τρόπο να ξεφύγεις μέχρι την στιγμή που μεταμορφώνεσαι στον Δον Κιχώτη και το κράτος εμφανίζεται μπροστά σου σαν γίγαντας που στη πραγματικότητα είναι ανεμόμυλος. Μέχρι που η Ντουλτσινέα παίρνει την μορφή της δικαιοσύνης κι εσύ παλεύεις για την ανύπαρκτη της ομορφιά. Μέχρι που τελικά οι συγγενείς σου που έχουν τον ρόλο των θεσμών σε βάζουν στη κλίνη και σε κοιτούν καχύποπτα. Αρχίζεις να πιστεύεις πως έκανες λάθος, κι εκείνη την στιγμή βλέπεις πως ο Σάντσο ως αρριβίστας σου κουνά το δάχτυλο και μέσα απ’ την φανερή αφέλεια του περιμένει να κερδίσει κάτι. Το αντάλλαγμα του ως τίμημα για την επιλογή σου. Σηκώνεσαι και μονολογείς. Σήμερα θα φάμε στίχους, αύριο βλέπουμε. Χομπίστες δεν ξέρω αν είναι η λέξη για αυτό το σκηνικό. Πάντως προσπάθησαν να μας διαλύσουν οικονομικά, να μας εξευτελίσουν και να μας φιμώσουν αλλά μάλλον έκαναν λάθος στο λογαριασμό γιατί δεν ζούμε από την τέχνη, ζούμε με αυτήν, ειδικά εμείς που χρησιμοποιούμε το μελάνι, το πιο φτηνό υλικό. Γιατί επέλεξες να ακολουθήσεις το δρόμο της ποίησης; Η μήπως η ποίηση επέλεξε εσένα; Δεν ξέρω να απαντήσω για το ποιος επέλεξε ποιόν. Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι πως το ταξίδι αυτό είναι εθιστικό. Θα το απολαύσω για όσο κρατήσει. Θα ορθώνω την φωνή μου μέσα από τα ποιήματα όσο μπορώ και θα γράφω για τις ανησυχίες τόσο τις δικές μου όσο και των ανθρώπων που με περιβάλλουν σε ενεστώτες, σε αόριστους και σε μέλλοντες συντελεσμένους και απλούς. Σε ένα από τα ποιήματα σου γράφεις «Δεν είμαι ποιητής, είμαι πειρατής». Ετσι προσδιορίζεις τον εαυτό σου; Κοιτάξτε ο ποιητής είναι μια λέξη που φέρει το βάρος και την ευθύνη πολλών αιώνων μέσα στα λίγα γράμματα που την σχηματίζουν. Απο την άλλη ο πειρατής είναι μια λέξη που οδηγεί κατευθείαν στη παιδική αθωότητα. Έχουν ως κοινή συνισταμένη το ταξίδι και τα λάφυρα που φέρουν από άλλους κόσμους. Το μόνο σίγουρο είναι πως η ζωή δεν είναι επίπεδη. Περνούν τα χρόνια κι αλλάζουμε. Εκείνη την στιγμή που το έγραψα ίσως να ένιωθα πειρατής για χιλιάδες λόγους. Τώρα αν με ρωτήσει κανείς νιώθω σαν ποταμός. Αύριο θα νιώθω κάτι άλλο. Δεν υπάρχουν όρια σε αυτό. Σε ένα ανεπτυγμένο κράτος η μόρφωση, ο πολιτισμός, η παιδεία είναι έννοιες αλληλένδετες. Δηλαδή ένα παιδί από τα πρώτα χρόνια μαθαίνει ότι είναι αυτονόητο να ανοίξει ένα βιβλίο, να πάει σε ένα μουσείο, να πάει θέατρο κλπ. Γιατί θεωρείς ότι στη χώρα μας αυτά όλα είναι δύσκολο να γίνουν μέρος της καθημερινότητας; Ακριβώς σ’ ένα αναπτυγμένο κράτος που υπάρχει παιδεία, μόρφωση και πολιτισμός αυτά είναι αυτονόητα. Στη δική μας περίπτωση όμως οι ίδιοι οι κρατικοί αξιωματούχοι τονίζουν πως η μεγαλύτερη επένδυση που έχουμε κάνει είναι το καζίνο, αντιλαμβάνεστε πως λέξεις σαν το βιβλίο, το μουσείο και το θέατρο έχουν πέσει στο κενό. Σ’ ένα κράτος που η αξία των ανθρώπων μετρά ανάλογα με τον τραπεζικό τους λογαριασμό. Σε μια κοινωνία που αφήνει τον πολιτισμό νηστικό. Σε μια χώρα που όλα έχουν τιμή και ο κόσμος παραμένει απαθής, φοβάμαι. Επίσης αυτό που φοβάμαι είναι πως λόγω της οικονομικής αστάθειας πολλοί νεαροί γονείς θ’ αποτρέψουν τα παιδιά τους ν’ ασχοληθούν με τα γράμματα και τις τέχνες κι αυτό είναι πραγματικά λυπηρό. Όπως εξίσου λυπηρό είναι να ακούς έφηβους ν’ αναπαράγουν τις απόψεις των παλιότερων γενεών. Δεν ξέρω να δώσω συμβουλές, ούτε θέλω. Αυτό που απαιτώ όμως είναι αυτονόητο κι απλό. Τροφή για την ψυχή για να είναι χαρούμενα τα παιδιά μας κι ας μην μας μοιάσουν πουθενά. Πως προέκυψε η συνεργασία με τους Magic de spell; Πως ένοιωσες την πρώτη φορά που άκουσες την ποίηση σου μελοποιημένη; Η συνεργασία με τους Magic de Spell ξεκίνησε όταν ήμουν 14 χρονών. Αυτοί δεν το ήξεραν φυσικά. Το ήξερα όμως εγώ που έτρεχα στις συναυλίες τους με κάθε ευκαιρία. Ήξερα όλα τα τραγούδια τους, μαζί μου τα έμαθε ετσιθελικά και όλη γειτονιά εξ αιτίας του ηχοσυστήματος που είχα εκείνη την εποχή. Αγαπούσα πολυ το συγκρότημα και συνεχίζω να είμαι μεγάλος οπαδός του. Κύλησαν τα χρόνια, άλλαξαν οι εποχές, συναντηθήκαμε. Συστηθήκαμε, κουβεντιάσαμε, γίναμε φίλοι. Σήμερα που μιλάμε έχουμε κτίσει μια σχέση αδερφική. Μοιραζόμαστε αγωνίες, προβληματισμούς και καμιά φορά και τον καφέ μας. Τώρα για την μελοποίηση του Έιμαι. Διάβασε το ποιήμα ο Θοδωρής, το πρότεινε στους υπόλοιπους, του έγνεψαν καταφατικά και έγινε πράξη. Πως ένιωσα όταν το άκουσα πρώτη φορά; Θα σας πω αυτό που είπα στον αδερφό μου Γιώργο Λαγγουρέτο που είναι και ο τραγουδιστής του συγκροτήματος όταν με ρώτησε μια φορά το ίδιο πράγμα ακριβώς καθώς πίναμε τον απογευματινό μας καφέ στα Εξάρχεια. Μάλλον σαν παιδάκι που φορά το κοντό παντελόνι του και τρέχει με όλη του την δύναμη σ’ ένα αγρό την άνοιξη. *O Ιάσωνας Σταυράκης γεννήθηκε στην Κύπρο το 1982. Διδάσκει Ισπανικά και Δημιουργική Γραφή. Έχουν εκδοθεί μέχρι στιγμής οι συλλογές: Delirium Tremens – Δέκα αιρετικά διηγήματα Το τσίρκο των στοχασμών Απόπειρες Υψώσεως του Ψ Μηδέν Γραμμάρια Είμαι Ό,τι επέζησε απ’ τη φωνή μας (Ο πίνακας του εξωφύλλου ανήκει στον Aşik Mene, είναι άτιτλος αλλά εντάσσεται στη θεματική “l see“) * Η Ελένη Κωνσταντίνου γεννήθηκε και ζει στη Λευκωσία. Σπούδασε δημοσιογραφία και εργάζεται για είκοσι χρόνια ως δημοσιογράφος.
0 Comments
Leave a Reply. |
PORTFOLIO & ARCHIVES
All
BY YEAR
September 2024
|